20 Νοε 2010

Αποστολικό Ανάγνωσμα, Εβρ. θ΄ 1-7

Αποστολικό Ανάγνωσμα, Εβρ. θ΄ 1-7
Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2010

Θ´\ΕΙΧΕ μὲν οὖν καὶ ἡ πρώτη σκηνὴ δικαιώματα λατρείας τό τε ῞Αγιον κοσμικόν·
2 σκηνὴ γὰρ κατεσκευάσθη ἡ πρώτη, ἐν ᾗ ἥ τε λυχνία καὶ ἡ τράπεζα καὶ ἡ πρόθεσις τῶν ἄρτων, ἥτις λέγεται ῞Αγια.
3 μετὰ δὲ τὸ δεύτερον καταπέτασμα σκηνὴ ἡ λεγομένη ῞Αγια ῾Αγίων,
4 χρυσοῦν ἔχουσα θυμιατήριον καὶ τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίῳ, ἐν ᾗ στάμνος χρυσῆ ἔχουσα τὸ μάννα καὶ ἡ ράβδος ᾿Ααρὼν ἡ βλαστήσασα καὶ αἱ πλάκες τῆς διαθήκης,
 5 ὑπεράνω δὲ αὐτῆς Χερουβὶμ δόξης κατασκιάζοντα τὸ ἱλαστήριον· περὶ ὧν οὐκ ἔστι νῦν λέγειν κατὰ μέρος.
 6 Τούτων δὲ οὕτω κατεσκευασμένων εἰς μὲν τὴν πρώτην σκηνὴν διὰ παντὸς εἰσίασιν οἱ ἱερεῖς τὰς λατρείας ἐπιτελοῦντες,
 7 εἰς δὲ τὴν δευτέραν ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ μόνος ὁ ἀρχιερεύς, οὐ χωρὶς αἵματος, ὃ προσφέρει ὑπὲρ ἑαυτοῦ καὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων.


Ο ΕΜΨΥΧΟΣ ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

1.      Η σκηνή του Θεού

Στὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῶν Εἰσοδίων τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου περιγράφεται ἡ «σκηνὴ τοῦ μαρτυρίου», ὁ πρῶτος δηλαδὴ ναὸς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης τὸν ὁποῖο εἶχε κατασκευάσει ὁ Μωυσῆς σύμφωνα μὲ τὶς ὁδηγίες ποὺ τοῦ εἶχε δώσει ὁ ἴδιος ὁ Θεός.

Μᾶς λέει λοιπὸν ὁ θεῖος Ἀπόστολος ὅτι στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ὑ πῆρχε ἕνα μοναδικὸ
θυσιαστήριο, τὸ ὁποῖο λεγόταν «Σκηνὴ τοῦ μαρτυρίου». Ἦταν μία σκηνή, ἕνας
μεταφερόμενος Ναὸς γιὰ νὰ ἐξυπηρετεῖ τὶς λατρευτικὲς ἀνάγκες τῶν Ἰουδαίων
μέσα στὴν ἔρημο.
Τὴν ὥρα τῆς λατρείας ὁ λαὸς στεκόταν ἔξω στὸν περίβολο τοῦ Ναοῦ αὐτοῦ γιὰ νὰ προσφέρει ἀπὸ ἐκεῖ τὶς θυσίες στὸν Θεό. Ἐσωτερικὰ τὸ πρῶτο διαμέρισμα τῆς σκηνῆς λεγόταν Ἅγια. Μέσα σ’ αὐτὸ ὑπῆρχε ἡ Λυχνία καὶ ἡ Τράπεζα τῆς προθέσεως, ὅπου κάθε Σάββατο τοποθετοῦνταν δώδεκα ἄρτοι, τοὺς ὁποίους πρόσφεραν στὸν Θεὸ οἱ δώδεκα φυλὲς τοῦ Ἰσραήλ.
Τέλος ὑπῆρχε τὸ ἱερότερο διαμέρισμα τοῦ Ναοῦ, τὰ «Ἅγια τῶν Ἁγίων», τὸ ὁποῖο χωριζόταν ἀπὸ τὰ «Ἅγια» μὲ ἕνα μεγάλο βαρύτιμο ὕφασμα ποὺ λεγόταν «καταπέτασμα».
Στὰ «Ἅγια τῶν Ἁγίων» ὑπῆρχε τὸ χρυσὸ θυμιατήριο καὶ ἡ «κιβωτὸς τῆς διαθήκης», ποὺ ἦταν καλυμμένη μὲ χρυσάφι ἀπ’ ὅλες τὶς πλευρές της.
Πάνω στὴν Κιβωτὸ ὑπῆρχε ἡ χρυσύ στάμνα με το μάννα που είχε στείλει ο  Θεὸς στὴν ἔρημο. Ὑπῆρχε ἀκόμη καὶ ἡ ράβδος τοῦ Ἀαρὼν ποὺ εἶχε βλαστήσει θαυματουργικά, καὶ οἱ θεοχάρακτες πλάκες μὲ τὶς δέκα ἐντολές.
Πάνω ἀπὸ τὴν Κιβωτὸ ὑπῆρχαν δύο χρυσὰ Χερουβείμ· καὶ ἀνάμεσα σ’ αὐτὰ ἐμφανιζόταν καὶ μιλοῦσε ὁ Θεός. Αὐτὰ σκέπαζαν μὲ τὰ φτερά τους τὸ χρυσὸ κάλυμμα τῆς κιβωτοῦ, ποὺ ὀνομαζόταν Ἱλαστήριο.


Ἀργότερα βέβαια ὁ βασιλεὺς Σολομῶν ἔχτισε μόνιμο Ναό, περίλαμπρο καὶ μεγαλοπρεπή. Σ’ αὐτὸν τὸν Ναὸ ἀξιώθηκε νὰ λατρεύσει τὸν Θεὸ καὶ ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος.
Ἀλλὰ αὐτὴ ἡ μοναδικὴ κόρη τῆς Ναζαρέτ, ἡ Παρθένος Μαριάμ, ἀναδείχθηκε ἀσυγκρίτως ἀνώτερη ἀπὸ τὸν ἐπίγειο ναὸ τῆς Ἱερουσαλήμ. Διότι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἀξιώθηκε νὰ γίνει τὸ ἁγιότερο σκεῦος, ποὺ ἔφερε μέσα της τὸν ἴδιο τὸν Θεό.
Στὸν ἐπίγειο Ναὸ ὑπῆρχε ἡ ἑπτάφωτος Λυχνία· ἡ Παναγία μας ὅμως ἔγινε ἡ «φωτοδόχος λαμπάδα» ποὺ ἐβάστασε Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι τὸ φῶς τοῦ κόσμου καὶ μέσα στὰ σκοτάδια τοῦ κόσμου ἀκτινοβόλησε μὲ τὴν ἁγία ζωή της τὸ φῶς τοῦ Θεοῦ.
Ἔγινε ἐπίσης τὸ «χρυσὸ θυμιατήριο», τὸ «θυμίαμα τὸ εὔοσμον», ποὺ πλημμύρισε ὅλο τὸν κόσμο μὲ τὴν εὐωδία τῶν ἀρετῶν της.

Στὸ Ναὸ τοῦ Σολομῶντος ὑπῆρχε ἡ ράβδος τοῦ Ἀαρὼν ποὺ θαυματουργικὰ βλάστησε.
Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ὅμως ἔγινε «ἡ ράβδος ἡ μυστικὴ» ἀπὸ τὴν ὁποία ἄνθισε ὁ Θεάνθρωπος, «τὸ ἄνθος τὸ ἀμάραντον». Πάνω στὴν Κιβωτὸ τῆς Διαθήκης ὑπῆρχαν οἱ πλάκες μὲ τὶς δέκα ἐντολές. Ἡ Παναγία μας ἔφερε μέσα της τὸν ἴδιο τὸ Νομοθέτη· ἔφερε μέσα της ὄχι τὸ μάννα τῆς ἐρήμου ἀλλὰ τὸν «ἄρτον τῆς ζωῆς», ποὺ κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ τρέφει καὶ μεταγγίζει ζωὴ σὲ ὅλους μας. Ἔγινε «ἡ ἔμψυχος τράπεζα», τὸ «ἱλαστήριον τοῦ κόσμου» ποὺ δέεται γιὰ μᾶς στὸν οὐράνιο θρόνο.
Πόσα ἄραγε ἀπὸ ὅλα αὐτὰ μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε; Τουλάχιστον ἂς στεκόμαστε μὲ δέος μπροστὰ στὸ μεγαλεῖο τῆς ἀχράντου Παρθένου καὶ ἂς ἀγωνιζόμαστε νὰ τὴν μιμούμαστε στὶς ἀρετές της, στὴν ἁγιότητά της.

2.       Έμψυχοι Ναοί του Θεού

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴ συνέχεια σημειώνει ὅτι μέσα στὸ Ναὸ τοῦ Θεοῦ μποροῦσαν νὰ εἰσέλθουν μόνο οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ ἀρχιερεῖς. Ὁ λαὸς τοῦ Θεοῦ δὲν μποροῦσε νὰ μπεῖ μέσα σ’ αὐτόν, ἀλλὰ λάτρευε τὸν Θεὸ ἔξω στὴν αὐλή. Διότι ἔτσι εἶχε σχεδιασθεῖ καὶ κατασκευασθεῖ
ἡ σκηνή, ὥστε στὸ πρῶτο διαμέρισμά της, δηλαδὴ στὰ Ἅγια, νὰ μπαίνουν οἱ ἱερεῖς καὶ νὰ τελοῦν τὶς ἱεροτελεστί ες. Στὸ δεύτερο διαμέρισμα, δηλαδὴ στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων, ἔμπαινε μόνο ὁ Ἀρχιερεύς, κι αὐτὸς μόνο μία φορὰ τὸ χρόνο, τὴν ἡμέρα τοῦ Ἐξιλασμοῦ.
Κρατοῦσε στὰ χέρια του ἕνα δοχεῖο μὲ τὸ αἷμα τῶν ζώων ποὺ εἶχε θυσιάσει ἔξω στὸ θυσιαστήριο καὶ τὸ πρόσφερε ὡς ἐξιλαστήρια θυσία γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ γιὰ τὶς ἁμαρτίες ποὺ ἀπὸ ἄγνοια εἶχε διαπράξει ὁ λαός.
Στὸ Ναὸ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης λοιπὸν τελοῦνταν θυσίες ζώων. Καὶ μὲ τὸ αἷμα τῶν ζώων αὐτῶν ραντιζόταν ὁ Ναὸς γιὰ νὰ ἐξιλεωθοῦν οἱ ἄνθρωποι γιὰ τὰ ἀνομήματά τους. Ὅμως τὸ αἷμα αὐτὸ δὲν μποροῦσε νὰ συγχωρήσει τὶς ἁμαρτίες τους. Τὸ μόνο ποὺ ἔκανε ἦταν νὰ τοὺς δίνει τὴ δυνατότητα νὰ συμμετέχουν στὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ. Ὅλα αὐτὰ ὅμως ἦταν μία προτύπωση τῶν μεγάλων καὶ ἀσύλληπτων πραγματικοτήτων ποὺ θὰ συνέβαιναν στὴν Καινὴ Διαθήκη. Διότι ἀπὸ τότε ποὺ τελέσθηκε πάνω στὸ Γολγοθᾶ ἡ μία καὶ ἀνεπανάληπτη θυσία τοῦ Κυρίου μας, οἱ σκιὲς καὶ τὰ σύμβολα παραμερίσθηκαν. Τώρα πλέον δὲν ἔχουμε ἕνα μοναδικὸ Ναὸ ἀλλὰ ἀμέτρητους Ναοὺς ἀσυγκρίτως ἱερό τερους ἀπὸ τὸ Ναὸ τοῦ Σολομῶντος.
Στοὺς Ναούς μας αὐτοὺς δὲν ἔχουμε θυσίες ζώων ἀλλὰ τὴ μοναδικὴ θυσία τοῦ Γολγοθᾶ, τὴ θυσία τοῦ ἀμώμου καὶ ἀσπίλου Χριστοῦ. Δὲν ἔχουμε πλέον προτυπώσεις ἀλλὰ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο, ὁ Ὁποῖος θυσιάζεται καὶ προσφέρει τὸ σῶμα του καὶ τὸ αἷμα του γιὰ τὴν ἄφεση
τῶν ἁμαρτιῶν μας. Μυριάδες ἀγγέλων, Ἅγιοι καὶ ἄνθρωποι, ἱερεῖς καὶ λαὸς κυκλώνουμε τὸ ἱερὸ Θυσιαστήριο μὲ φόβο καὶ δέ ος. Ἀνάμεσά μας κατέρχεται καὶ πορεύ εται ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης. Κι ἐμεῖς ἀξιωνόμαστε νὰ γινόμαστε ἔμψυχοι ναοὶ τοῦ Θεοῦ, νὰ φέρουμε μέσα μας τὸν ἴδιο τὸν Κύριο.
Ἀλήθεια, τὰ νιώθουμε, τὰ ζοῦμε ἐμεῖς ὅλα αὐτὰ τὰ μεγάλα καὶ φοβερὰ κάθε φορὰ ποὺ εἰσερχόμαστε στὸ Ναὸ τοῦ Θεοῦ;
Χωρὶς τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ βέβαια τίποτε δὲν θὰ  μπορέσουμε ποτὲ νὰ κατανοήσουμε.
Γι’ αὐτὸ ἂς παρακαλοῦμε τὸν ἅγιο Θεὸ νὰ μᾶς φωτίζει καὶ νὰ μᾶς ἀξιώνει νὰ γινόμαστε κι ἐμεῖς ἔμψυχοι ναοὶ τοῦ Θεοῦ, ἀκολουθώντας τὴν ἁγία πορεία ποὺ εἶχε ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος.



Ο ΣΩΤΗΡ τεύχος 2011