5 Φεβ 2011

Ευαγγέλιο Κυριακής 6 Φεβρουαρίου 2011



Κυριακή της Χαναναίας, 6η Φεβρουαρίου 2011
Ματθαίου κεφ, ιε΄, στίχοι 21-28

21 Καὶ ἐξελθὼν ἐκεῖθεν ὁ Ἰησοῦς ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη Τύρου καὶ Σιδῶνος.
22 καὶ ἰδοὺ γυνὴ Χαναναία ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα ἐκραύγασεν αὐτῷ λέγουσα ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυΐδ ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται.
23 ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ λόγον. καὶ προσελθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἠρώτων αὐτὸν λέγοντες ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν.
24 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ.
25 ἡ δὲ ἐλθοῦσα προσεκύνησεν αὐτῷ λέγουσα Κύριε, βοήθει μοι.
26 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις.
27 ἡ δὲ εἶπε ναί, Κύριε καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψυχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν.
28 τότε ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῇ ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! γενηθήτω σοι ὡς θέλεις. καὶ ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης.


Σε κάθε δέηση πού αναπέμπει ή Εκκλησία, πού ζητούμε υλικά και πνευματικά αγαθά, τί απαντούν οι ψάλτες εκ μέρους του λαού; «Κύριε, ελέησον». Το λέει μόνο ό ψάλτης πρέπει να το λέει όλη ή Εκκλησία. «Κύριε, ελέησον», σώσε μας, δός μας αυτά πού έχουμε ανάγκη σαν πατέρας πού είσαι.
Το «Κύριε, ελέησον» είναι ή πιο σύντομη προσευχή. Δυο λέξεις είναι, αλλά πόση δύναμη έχουν, όταν λέγονται όπως πρέπει, με βαθιά πίστη και αφοσίωση!


Το «Κύριε, ελέησον» το είπε και ή γυναίκα του σημερινού ευαγγελίου και έκανε θαύμα.
Ποια ήταν ή γυναίκα αυτή; Ήταν μια Χαναναία. Χαναναία δεν είναι ένα γυναικείο όνομα είναι όνομα πού δηλώνει την καταγωγή της (όπως λέμε Αθηναία, έτσι και Χαναναία) η πατρίδα της ήταν στα σύνορα του Ισραήλ.
Όταν ήρθε ο Χριστός εκεί κοντά, αυτή έτρεξε και του φώναζε «ελέησον με, Κύριε» (Ματθ. 15,22).
Τι ήθελε; Είχε ένα κορίτσι δυστυχισμένο, πού το σπάρασσε το δαιμόνιο έπεφτε κάτω, άφριζε, σπαρταρούσε σαν το ψάρι, φοβερό θέαμα. Κανένας μάγος, κανένας γιατρός δέ μπόρεσε να το θεραπεύσει. Απελπισμένη, έρχεται στην Ελπίδα και λέει «Κύριε, ελέησον».
Μα όταν ο Χριστός δεν άπαντα φαίνεται να μη ενδιαφέρεται. Αυτή δεν απελπίζεται. Τρέχει από πίσω, φωνάζει δυνατώτερα «Κύριε, ελέησον». Επεμβαίνουν οι μαθηταί —Μα, Κύριε, δεν ακούς; δεν τη λυπάσαι, δεν την σπλαχνίζεσαι;...
Είχε το σκοπό του ό Χριστός. —Εγώ, λέει, το ψωμί το 'χω για τα παιδιά μου, όχι για τα σκυλιά. Τι εννοούσε ότι τα θαύματα τα κάνω στο λαό μου τον Ισραήλ, όχι στους ακάθαρτους ειδωλολάτρες (δεν ήρθε ακόμα ό καιρός γι' αυτούς).
Μια ύβρις ήταν αυτός ό χαρακτηρισμός την είπε σκυλί. Άλλ' αυτή δέ' θύμωσε, δεν έφυγε. Πήρε το λόγο αυτό του Χριστού και τον έκανε όπλο της.
— Ναι, λέει, Κύριε, παραδέχομαι ότι εγώ δεν είμαι παιδί σου, είμαι ένα σκυλάκι στην αυλή σου. Και το σκυλάκι όμως κάθεται κάτω απ' το τραπέζι. Τρώει το αφεντικό φαγητό, κι αυτό περιμένει να φάει απ' τα ψίχουλα πού πέφτουν. Ένα ψίχουλο, Κύριε, θέλω δέ ζητώ το ψωμί σου ολόκληρο... Τι μεγάλα λόγια αυτά! Ένα ψίχουλο από την άπειρο δύναμη του Χριστού ζήτησε. Κι ό Χριστός, πού είδε αύτη την πίστη, αυτή την ταπείνωση, αυτή την επίμονο προσευχή, της είπε «Ω γύναι, μεγάλη σου ή πίστης! γενηθήτω σοι ως θέλεις...» (ε.ά. 15,28).

Ας διδαχθούμε, αγαπητοί μου, κ' εμείς. Ή Εκκλησία μας δεν είναι ψέμα η επικοινωνία με το Θεό είναι ζωντανή, ολοζώντανη.
Μπορεί να 'ναι ψέμα τα άστρα, ό ήλιος, ή γη, τα πάντα ένα δεν είναι ψέμα : Ό Κύριος μας.
Να μιμηθούμε λοιπόν κ' εμείς τη Χαναναία. Ας γονατίζουμε και ας προσευχώμεθα λέγοντας ακαταπαύστως το «Κύριε, ελέησον».

Το «Κύριε, ελέησον» το λέγανε οι άγιοι και έκαναν θαύματα. Τα παλιά τα χρόνια το λέγανε όλοι οι Χριστιανοί γονατιστοί και με δάκρυα. Στη Ρωσία o πιστός λαός το λέει και βουίζει η εκκλησία.
Στο Άγιο Όρος κρατούν κομποσχοίνι όλη νύχτα κάθε κόμπος κ' ένα «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με».
Εμείς; Τυπικώς παρόντες στην εκκλησία τω σώματι, απόντες τω πνεύματί χωρίς συναίσθηση, χωρίς ρίγος.

Το «Κύριε, ελέησον» είναι η πιο μικρά προσευχή. Μπορεί να την πει κ' ένας αγράμματος, μπορεί να την πει και το μικρό παιδί, και το νήπιο, κι ό ασπρομάλλης γέρος. Και ό Θεός ακούει το «Κύριε, ελέησον».

Το συνιστώ κ' εγώ σ' εσάς. Δεν κάνεις μεγάλες προσευχές, δεν είσαι διαρκώς στην εκκλησία; Λέγε, εκεί πού είσαι, το «Κύριε, ελέησον».
Κάθεσαι να φας, «Κύριε, ελέησον». Βράδιασε, «Κύριε, ελέησον». Ξημέρωσε, «Κύριε, ελέησον». Πάς στη δουλειά, «Κύριε, ελέησον». Σκάβεις τη γη, «Κύριε, ελέησον». Βόσκεις τα ζώα, «Κύριε, ελέησον». Είσαι εργάτης, «Κύριε, ελέησον». Είσαι αξιωματικός, «Κύριε, ελέησον». Είσαι στρατιώτης, «Κύριε, ελέησον». Είσαι αμαρτωλός, «Κύριε, ελέησον».

Το «Κύριε, ελέησον» κάνει θαύματα. Αυτό πού ζητούμε θα μας το δώσει ό Θεός, γιατί είναι πατέρας. Λέει ό Χριστός «Ποιος πατέρας ζητεί το παιδί του ψωμί, και του δίνει πέτρα? ή ζητεί ψάρι, και του δίνει φίδι;» (Ματθ. 7,9-10' Λουκ. 11,11). Αν ο επίγειος πατέρας ενδιαφέρεται για τα παιδιά του, πολύ περισσότερο εκείνος πού του λέμε «Πάτερ ημών...». Θα μας τα δώσει αυτά ό Θεός, εάν πιστεύουμε πραγματικά, εάν είμεθα Χριστιανοί αμήν.

 Αυγουστίνος Ν. Καντιώτης